- ἐκτείνοντας
- ἐκτείνωstretch outpres part act masc acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
δωρικός ρυθμός — Ο αρχαιότερος από τους τρεις ρυθμούς της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής· οι άλλοι δύο είναι ο ιωνικός και o κορινθιακός. Πήρε την ονομασία του από τους Δωριείς και διαμορφώθηκε στην Ελλάδα και στις ελληνικές αποικίες της νότιας Ιταλίας και της… … Dictionary of Greek
Κριμπάς, Κωνσταντίνος — (Αθήνα 1932 –). Βιολόγος, πανεπιστημιακός και συγγραφέας. Σπούδασε βιολογία στο πανεπιστήμιο της Λοζάνης, γενετική στο πανεπιστήμιο της Σορβόνης και γενετική πληθυσμών στο πανεπιστήμιο Κολούμπια στη Νέα Υόρκη. Σταδιοδρόμησε ως καθηγητής στην έδρα … Dictionary of Greek